Σιαμαίοι αδελφοί

Σιαμαίοι αδελφοί
Δίδυμοι αδελφοί, (Τσανγκ - Ενγκ) που τα σώματά τους συνδέονταν με μια σάρκινη λουρίδα από το στήθος. Γεννήθηκαν στην Ταϊλάνδη το 1811, από Κινέζους γονείς. Η λουρίδα που τους ένωνε είχε μήκος 0,055 μ. περίπου, αλλά με την πάροδο του χρόνου, και μετά από συνεχή άσκηση, απόχτησε ελαστικότητα, ώστε να επιτρέπει στον ένα απ’ αυτούς να ανεβαίνει πάνω στον άλλο. Οι Σ. απασχόλησαν πολύ τους επιστήμονες της εποχής τους, οι οποίοι μελετούσαν συνεχώς την περίπτωση τους. Παρατηρήθηκε έτσι ότι μία ενιαία θέληση καθοδηγούσε και τους δύο αδελφούς. Ό,τι δηλαδή αποφάσιζε ο ένας, το εκτελούσε αμέσως ο άλλος και αυτό χωρίς καθόλου να σκεφτεί αλλ’ απλώς από ένστικτο. Ιδιαίτερα αξιοσημείωτο είναι επίσης το γεγονός ότι ποτέ δεν κουβέντιαζαν μεταξύ τους, αλλά μόνο με τρίτους. Οι Σ. α. ήταν ζωηροί, ευκίνητοι και ρωμαλέοι, έτρεχαν δε με πολλή μεγάλη ευχέρεια. Έτρωγαν την ίδια ποσότητα και το ίδιο φαγητό, κοιμόντουσαν ταυτόχρονα και ταυτόχρονα εκπληρούσαν όλες τις φυσικές τους ανάγκες. Οι δύο αυτοί αδελφοί, αφού ταξίδεψαν σ’ όλο το κόσμο και έγιναν κάτοχοι σημαντικής περιουσίας, καθώς τους έβλεπε το κοινό πληρώνοντας είσοδο, παντρεύτηκαν δύο αδελφές και έκανε ο καθένας τους από εννέα παιδιά. Κάποτε όμως αποφάσισαν να χωρίσουν και πήγαν στο Εδιμβούργο, να συμβουλευτούν το διάσημο καθηγητή Συμ, ο οποίος, μετά από λεπτομερή εξέταση, αποφάνθηκε ότι μια τέτοια εγχείρηση θα έβαζε σε κίνδυνο τη ζωή και των δύο. Την άποψη αυτή υποστήριξαν και άλλοι διαπρεπείς επιστήμονες της εποχής. Έτσι οι Σ. έμειναν ως το τέλος της ζωής τους. Πέθαναν στις 17 Ιανουαρίου 1874 με 21/2 ώρες διαφορά ο ένας απ’ τον άλλο.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • σιαμαίος — α, ο, Ν 1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στο Σιάμ, χώρα τής Ασίας, και στους κατοίκους της 2. (το αρσ. και θηλ. ως κύρια ον.) ο Σιαμαίος, η Σιαμαία ο κάτοικος τού Σιάμ ή αυτός που κατάγεται από το Σιάμ 3. φρ. α) «σιαμαίοι αδελφοί» ή «σιαμαίοι… …   Dictionary of Greek

  • Σιαμαίος — ο θηλ. Σιαμαία 1. κάτοικος του Σιάμ. 2. «Σιαμαίοι αδελφοί», αχώριστο ζευγάρι αδελφών και μτφ. φίλων …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”